Ανταρα
Η ασφαλτος της πολης με οδηγει μπροστα
και δεν μ' αφηνει πισω ποτε να κοιτω,
μα που και που η ματια την αντανακλαση ψαχνει
μιας ζωης που στη καρδια μου σφιχτα κρατω.
Δεν ειναι οτι θελω σε σενα να γυρισω ξανα,
απλα θυμαμαι εποχες που περασαν σε μια στιγμη,
μια ανασα της νιοτης που κρατησαμε σαν καναμε βουτια
στη θαλασσα και κατεβηκαμε στα βαθη της γρηγορα με οργη.
Ο ανοιξιατικος ηλιος εχει αρχισει να λιωνει τα χιονια,
η ανασα του ανεμου εχει ζεστανει λιγο κι' αυτη.
Kαθισμενος μπροστα στη πορτα περνανε τα χρονια,
μια εικονα ξεθωριασμενη μεσα μονο σε μια στιγμη.
Σηκωνομαι αργα, βαδιζω μουδιασμενα, σιωπηλα
σκεφτοντας τα παλια, το κεφαλι σκυφτο.
Mα σε λιγο το αιμα θα βρασει και ξανα με ανταρα
μεσα στην ασφαλτο της πολης θα χαθω.
....
Tempest
The asphalt streets of this city lead me ahead
and never let me look behind.
But once in a while a fleeting glance searches
for the reflection of a life tightly held in my heart.
It’s not that I want to return back to you,
simply that I recall seasons that passed in a moment,
Youth's breath held in as we prepared to plunge
In the ocean and with rage swiftly decent in its depths.
The snow started to melt under the early spring's sun,
the wind's breath has started to warm up as well.
Sitting in front of my door the years pass me by,
a picture's bright colours fading within a moment.
Slowly I rise, stiffly choosing my steps, silently
thinking of the past, the head down.
But soon the blood in tempest will boil,
and in the asphalt streets of this city I will get lost.
...to be continued
No comments:
Post a Comment